Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

Μια χριστουγεννιάτικη συνάντηση.

Τέτοιες γιορτινές μέρες  την απολαμβάνεις τη βόλτα στην στολισμένη πρωτεύουσα, ειδικά αν συνοδεύεσαι από μεγάλη, καλή παρέα.

Μαζευτήκαμε νωρίς, δυο οικογένειες με πιτσιρίκια και κάποιοι φίλοι και αφού περπατήσαμε πολύ, χαζέψαμε τις βιτρίνες, βγάλαμε φωτογραφίες, αγοράσαμε τα δώρα μας, στο τέλος πεινασμένοι, κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι από το συνεχές ψιλόβροχο, ορμήσαμε στο πρώτο φαγάδικο που βρέθηκε μπροστά μας, ένα πολυσύχναστο εστιατόριο σε έναν παράδρομο της Ερμού και σωριαστήκαμε στο τελευταίο ελεύθερο τραπέζι, κάτω από μια τέντα, έξω στο πεζοδρόμιο.


Κίνηση πολλή. Ομπρέλες άπειρες. Η ροή των περαστικών ασταμάτητη, με τα δώρα στο ένα χέρι και την ομπρέλα στο άλλο. Πρόσωπα χαμογελαστά λίγα. Τα περισσότερα μουντά, σκυθρωπά, σαν τα σύννεφα που έκλαιγαν από το πρωί.

Περιμένοντας να έρθει η παραγγελία μας και κάπου μεταξύ της απόπειρας να απασχολήσω τη μικρή μου κόρη και της προσπάθειας να σταθεροποιήσω τα γυάλινα ποτήρια - σε πείσμα έξι λιλιπούτειων ποδιών που κλωτσούσαν διαρκώς το τραπέζι - το μάτι μου έπιασε έναν ψηλό, νεαρό άνδρα, λοξά απέναντί μου, που στεκόταν όρθιος στον τοίχο και σαν να μονολογούσε .


''Περιμένει κάποιον;'' αναρωτήθηκα.
Η διερευνητική ματιά μιας φίλης από την παρέα επίσης τον εντόπισε.
-Τι είναι αυτός εκεί; με ρώτησε καχύποπτα.
Ξανακοίταξα την όρθια μορφή απέναντί μου και τότε κατάλαβα ότι μιλούσε στους περαστικούς.
-Ζητάει χρήματα, απάντησα.


Τα φαγητά ήρθαν και τα υποδεχθήκαμε με ενθουσιασμό. Συζήτηση, μπύρες, γκρίνια για τη βροχή, φασαρία από τα μικρά.. Πολυάσχολοι εμείς και πλήρεις.
Και ο αδύνατος άνδρας στην ίδια θέση, λίγα μέτρα πιο πέρα.
Όταν συνοδεύεις παιδιά και ειδικά το δικό σου, η προσοχή σου είναι τεταμένη προσπαθώντας να εντοπίσεις ενδεχόμενους κινδύνους που καραδοκούν στην περιοχή. Τον κοίταξα πάλι προσεκτικά.

Καστανά μαλλιά και γένια, χακί μπουφάν, τζιν παντελόνι, σχετικά περιποιημένος, με διαύγεια και καλή ισορροπία-όχι παραπατήματα, φωνές ή επιθετική διάθεση.
Σε κάθε περαστικό, καθώς τον προσπερνούσε, γυρνούσε το κεφάλι, έκλεινε τα μάτια και κάτι του έλεγε, κρατώντας τα χέρια πίσω από την πλάτη, λίγο δειλά, υποταγμένα. Κάτι έφταιγε όμως γιατί κανένας περαστικός δε φαινόταν να τον ακούει.
''Καλά δε μιλάει δυνατά;σκέφτηκα. Ψιθυρίζει από μέσα του και περιμένει και να τον προσέξουν;''


Πραγματικά κανείς δεν τον άκουγε, κανείς δεν έδειξε να ξαφνιάζεται -έστω δυσάρεστα- αν και περνούσαν σε απόσταση αναπνοής από δίπλα του, κανείς δεν τον πρόσεχε και φυσικά κανείς δεν του έδινε κάτι.
''Εμ, βέβαια, εδώ συνήθως δε δίνεις σε ενοχλητικούς ζητιάνους ή τοξικομανείς που σε ακολουθούν επίμονα, θα δώσεις σε αυτόν που ειλικρινά δεν τον ακούς κιόλας;''

Κατά διαστήματα το πρόσωπό του έπαιρνε μια έκφραση καρτερικής πικρίας , συνήθως όταν τον προσπερνούσαν αδιάφορα και τελείωνε την πρότασή του στον αέρα. Δεν προσπαθούσε να πείσει, δεν επιζητούσε να προκαλέσει τον οίκτο, σαν παραιτημένος, σαν να είχε εμπεδώσει το ανώφελο της προσπάθειας.

Συνέχιζε ωστόσο να στέκεται εκεί, παρακαλώντας αδύναμα , εξουθενωμένα  τις πλάτες των περαστικών, τις πλάτες όχι τα πρόσωπα , γιατί αυτό το βιαστικό, αδιάφορο πλήθος που πηγαινοερχόταν φορτωμένο δώρα και ανοιχτές ομπρέλες, δεν είχε πρόσωπο, δεν είχε αυτιά και μάτια, είχε μόνο μια πορεία κι ένα πρόγραμμα κι ένα σύνολο πραγμάτων που έπρεπε να κάνει σήμερα.
Τους κατανοώ και τους δικαιολογώ. Κι εγώ πριν μια ώρα ήμουν ένα κύμα μέσα σ' αυτή τη λαοθάλασσα και δεν μπορούσα - ούτε με ενδιέφερε - να ανακαλύπτω τσακισμένα καραβάκια. Το πλήθος προσπερνούσε και κάθε πλάτη ήταν μια ακόμη περιφρόνηση προς έναν εξουθενωμένο άνθρωπο.


Το μισό μου πιάτο έμενε άθικτο.
''Στο καλό, δεν μπορώ να φάω άλλο. Και πεινούσα τόσο πολύ..'' Κάτι με ενοχλούσε και μου προκαλούσε μια αδιόρατη συγκίνηση.
Πόσο πρέπει πραγματικά να μην σου έχει μείνει τίποτε άλλο να κάνεις παρά να στέκεσαι επί μια ώρα και είκοσι λεπτά -τουλάχιστον- μέσα στο κρύο χωρίς κανένα απολύτως όφελος, ψιθυρίζοντας κουρασμένα στις πλάτες των περαστικών. Για ποιο λόγο; Για ποιο λόγο;.. 

Μόνο για να επιβεβαιώνεις ξανά και ξανά την ανυπαρξία σου, το γεγονός ότι έγινες αόρατος και πως πέρα από το τσιγάρο που καπνίζεις κάθε τόσο αργά αργά και το μπουκάλι νερό που φαίνεται στην τσέπη του μπουφάν, δεν έχεις τίποτε άλλο με το οποίο μπορείς να αλληλεπιδράσεις, τίποτε άλλο σ' αυτόν τον κόσμο, σα να είσαι άϋλος, νεκρός.

Ένας ανύπαρκτος άνθρωπος.. 

Τον συμπόνεσα. Σκέφτηκα όταν σηκωθούμε να του δώσω κάτι.
''Μάλιστα. Για να πάει να πάρει τα τσιγάρα του ή καλύτερα τη δόση του'' είπε σαρκαστικά ο ορθολογιστής εαυτός μου.

''Δε με ενδιαφέρει τι θα τα κάνει, δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα. Θέλω απλά να του δείξω ότι δεν πέρασε τελείως απαρατήρητος, ότι κάποιος τον πρόσεξε. Έχοντας συναναστραφεί μερικές εκατοντάδες ανθρώπων, λόγω δουλειάς, μπορώ αν μη τι άλλο να αναγνωρίσω την αναισχυντία. Και αυτός εδώ δεν είναι ξεδιάντροπος, είναι θλιμμένος.''
Σε αυτήν τη λίγη ώρα απέκτησε πρόσωπο, σαν την αλεπού του μικρού πρίγκηπα, ένα συγκεκριμένο πρόσωπο καρτερικό και πικραμένο.

Πληρώσαμε το λογαριασμό και η παρέα άρχισε να ετοιμάζεται για την αναχώρηση. Μπουφάν, κουκούλες, οι κλειστές πια ομπρέλες, οι τσάντες με τα δώρα..
-Ξεχάσαμε τίποτα; Ξεκινάμε!

Με την άκρη του ματιού έπιασα ένα φίλο από την παρέα να του βάζει κάτι στο χέρι. Ξαφνιάστηκα ευχάριστα.
'' Όχι, για να μη νομίζεις ότι μόνο εσύ έχεις κοινωνικές ευαισθησίες''  κορόιδεψε ο εαυτός μου.

Περίμενα λίγο να προχωρήσουν οι δικοί μου και οι φίλοι μας, του έβαλα ένα χαρτονόμισμα στο χέρι και ξεκίνησα βιαστικά να τους προλάβω.
-Ευχαριστώ πολύ κυρία, είπε χαρούμενα, καλές γιορτές να έχετε, να χαίρεστε την οικογένειά σας!..
Γύρισα και του χαμογέλασα, κουνώντας καταφατικά το κεφάλι, σαν να 'λεγα ευχαριστώ.

''Και τώρα; Θα γίνει ξαφνικά ευτυχισμένη η ζωή του; Τι άλλαξε; Τι ουσιαστικό θεωρείς ότι του πρόσφερες;''  με ρώτησε ειρωνικά ο εαυτός μου.
''Λίγη προσοχή'' απάντησα απλά κι έτρεξα να προλάβω την παρέα.


Η βροχή είχε σταματήσει.
Ένας παιχνιδιάρης ήλιος φάνηκε να κρυφογελά μέσα από τα σύννεφα.

 
.

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

Η κυρία Αλίκη

.


Ήταν ένα, παρόμοιο με το σημερινό, βροχερό απόγευμα, κάποια χρόνια πριν.
-Καλησπέρα σας, ένα κουτάκι Depon παρακαλώ..
Το μπλε παλτό της ηλικιωμένης κυρίας ήταν ελαφρά μουσκεμένο. Της πρότεινα να καθίσει λίγο, ώσπου να περάσει η μπόρα.
-Ευχαριστώ-πάντα αφηρημένη ξέχασα την ομπρέλα μου-αλλά μένω πολύ κοντά , μόλις μετακόμισα!

Έτσι γνωρίσαμε την κυρία Αλίκη, μια δασκάλα πιάνου της παλιάς Αθήνας που καθώς δεν είχε οικογένεια αποφάσισε να κάνει τον τόπο διακοπών της, τη μικρή μας πόλη, μόνιμη κατοικία.
Πάντα ευγενική, πάντα χαμογελαστή σαν παιδί,
με καλοχτενισμένα λευκά μαλλιά και ήσυχη , μελωδική φωνή ήταν από τους ανθρώπους που αμέσως συμπαθείς.

Καθώς είχε νοικιάσει ένα μικρό διαμέρισμα στη διπλανή πολυκατοικία, περνούσε τακτικά από το φαρμακείο - μόνη εδώ, την ευχαριστούσε η σύντομη κουβεντούλα μας, όπως και εμάς η ζεστασιά και η αμεσότητά της.
-Καλή σας μέρα κυρία Ελένη, ακουγόταν κάθε τόσο η ήσυχη , μελωδική φωνή, πότε για να ζητήσει κάποιο φάρμακο, πότε για μια μέτρηση πίεσης, πότε απλά για να μας πει 'καλημέρα'.

Πέρασε καιρός έτσι. Τον περασμένο Οκτώβρη τη χάσαμε. Σκέφτηκα μήπως είχε επισκεφθεί συγγενείς σε άλλη πόλη. Ένα απόγευμα πέρασε η σπιτονοικοκυρά της-ζούσε κι αυτή στη διπλανή πολυκατοικία.
-Τα μάθατε για την κυρα-Αλίκη; Μπήκε εκτάκτως σε νοσοκομείο στην Αθήνα, νομίζω στην εντατική.
-Μα πώς, έτσι ξαφνικά; και θυμήθηκα πως, πέρα από ήπια υπέρταση, δεν είχε κάποιο άλλο σοβαρό πρόβλημα υγείας.
-Ναι η καημένη, η παλιοαρρώστια βλέπεις δεν σε προειδοποιεί..Έχετε οινόπνευμα σε μικρή συσκευασία;

Λυπήθηκα. Πολύ άσχημα τα νέα. Και μάλλον ανησυχητική η πρόγνωση. Ποιος ξέρει αν θα τη ξαναβλέπαμε..

Μετά από τρεις εβδομάδες η σπιτονοικοκυρά ξαναπέρασε.
-Τα μάθατε κορίτσια; Πάει η Αλίκη, Θεός σχωρέστην.. Ήρθαν χτες κάποιοι μεταφορείς και πήραν όλα της τα πράγματα. Νοικιάζω το διαμέρισμα , έχετέ το υπόψιν..

Τόσο απλά. Έφυγε για πάντα λοιπόν η κυρία Αλίκη. Αθόρυβα, όπως είχε ζήσει. Νομίζω κάποια Κυριακή της άναψα ένα κεράκι..



Οι μήνες πέρασαν, το καλοκαίρι έφτασε , μαζί και οι παραθεριστές. Η δουλειά αυξήθηκε, δεκάδες κόσμου περνούσαν καθημερινά.
Μόλις είχα τελειώσει με μέτρηση πίεσης συνεχόμενα σε τρεις πελάτες , όταν μια κυρία με γυαλιά ηλίου στάθηκε δίπλα μου.
- Καλημέρα! Για πίεση περιμένετε; ρώτησα βιαστικά, σίγουρη για το 'ναι'.
-..Κυρία Ελένη καλημέρα, δε με θυμάστε; και μια φωνή ήσυχα μελωδική με καθήλωσε, απόκοσμη, απροσδόκητα γνώριμη- σκίζοντας  τρομακτικά το πέπλο του οριστικού, ανατρέποντας το μοιραίο, ανασύροντας την απίστευτη ερώτηση:
-Κυ..κυρία Αλίκη..Εσείς είστε;
-Ναι, ναι, εγώ! και γέλασε καλοκάγαθα, βγάζοντας τα μαύρα γυαλιά.

Τι απροσδόκητη έκπληξη!

Στεκόταν εκεί μπροστά μου , με κοντά κουρεμένα τα λευκά της μαλλιά, απτή, ζωντανή, έχοντας επιστρέψει από το μοιραίο ταξίδι που η ανθρώπινη επιπολαιότητα την είχε στείλει πρόωρα να κάνει.
-Μας είπαν πως.. πόσο χαίρομαι, πόσο ΧΑΙΡΟΜΑΙ που σας ξαναβλέπω! και η τετριμμένη πρόταση αυτή τη φορά βρήκε ακέραιο το νόημά της.
Αγκαλιαστήκαμε με χαρά, όπως θα υποδεχόμουν τη γιαγιά μου αν επέστρεφε από το αμετάκλητο..

-Με είχε πάρει η ανιψιά μου στο σπίτι της το χειμώνα, χρειαζόμουν κάποιον άνθρωπο για τις χημειοθεραπείες.. Τώρα είμαι καλά και ήρθα για το καλοκαίρι!Νοίκιασα άλλο διαμέρισμα.. εξήγησε γελώντας η κυρία Αλίκη.
Κοίταξα  τις κοπέλες, μια γενική ευθυμία χόρευε στο φαρμακείο.

Ως βίωμα επιστροφής -εικονικής ασφαλώς - από την αντίπερα όχθη ήταν μοναδικό.

Περνούσε συχνά να μας καλημερίσει πηγαίνοντας για το πρωινό μπάνιο και η παρουσία της αυτόματα μας έφτιαχνε τη διάθεση.
Ποτέ δεν της είπαμε πως είχε θεωρηθεί 'αναχωρήσασα'- θα ήταν μάλλον άκομψο. Το κρατήσαμε για μας, ως μια υπόμνηση ελπίδας, μια υπενθύμιση ότι τα πράγματα συχνά δεν είναι τόσο τραγικά όσο φαίνονται.

Πριν ένα μήνα τη χάσαμε πάλι. Άκουσα πως πήγε να μείνει με συγγενείς στη Σπάρτη. Δεν ανησυχώ.

Για κάποιο λόγο, είμαι απόλυτα σίγουρη πως θα την ξαναδούμε το επόμενο καλοκαίρι! 




.

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

Ο Λαβύρινθος

Ο Λαβύρινθος.


   Ανέκαθεν, εκείνο που φοβόμουν περισσότερο ως επαγγελματίας και ως άνθρωπος ήταν η σύγχυση, ο λαβύρινθος αντικρουόμενων πληροφοριών,  χωρίς την  ύπαρξη Αριάδνης ή έστω ενός μίτου, που θα μας δείξει το μονοπάτι.

   Η τελική αναμέτρηση ανθρώπου και ιού έφτασε και προς έκπληξη όλων, ο άνθρωπος αμφισβητεί το βασικό του όπλο, το εμβόλιο.

   Οι καθηγητές ιατρικής διαφωνούν ως προς την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά του, διάφορες θεωρίες αρχίζουν να κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, το ίδιο και οι φήμες για θανάτους και παρενέργειες και όσο η σύγχυση διογκώνεται, τρομακτικές θεωρίες συνωμοσίας περί σχεδίου μείωσης του πληθυσμού της γης κάνουν την εμφάνισή τους.
     Όσο ψάχνεις τόσο μπερδεύεσαι και όσο αναζητάς με αγωνία την εγκυρότητα, τόσο βουλιάζεις στα άρρωστα νερά της γενικευμένης αμφισβήτησης και καχυποψίας.
    Η πρώην υπουργός που μιλά με εμβρίθεια αποδεικνύεται ουφολόγος, οι εγχώριοι επαΐοντες που διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε αναστατώνουν, το internet σε κατακλύζει με πληροφορίες (τόσο συχνά ανυπόστατες!) συνθήματα , μηνύματα συναγερμού και η αλήθεια φαντάζει άπιαστη.

    Νιώθεις πως όσο και να σκάψεις κάτω από τον όγκο των πληροφοριών η αλήθεια θα μείνει κρυμμένη, είτε δε θα τη βρεις είτε δε θα την αναγνωρίσεις.

    Η αλήθεια  θα σου ξεγλιστράει καθώς φαίνεται, σαν το νερό μέσα από τα δάχτυλα. Θα πρέπει να περιμένεις να την αποκρυσταλλώσει ο χρόνος για να μπορέσεις να την κρατήσεις- και τότε βέβαια δε θα έχει και τόση σημασία.
   Σήμερα που καίγεσαι για αυτήν , οι αυθεντίες σου αδυνατούν να σε πείσουν. Και νιώθεις πως εσύ, η μάνα , ο πατέρας , ο σύζυγος, πρέπει να κρίνεις τις αυθεντίες και να αποφασίσεις για την τύχη τη δική σου και των δικών σου, να συλλέξεις τη γνώση, να τη ζυμώσεις και να πλάσεις την αλήθεια σου κεκαθαρμένη, αξιόπιστη, στέρεη.

  Σύγχυση. Είναι άραγε όλα τόσο μπερδεμένα ή μήπως εσύ τα βλέπεις έτσι διαστρεβλωμένα, υπό το πρίσμα μιας γενικής καχυποψίας, δηλητηριασμένος από την υπόνοια που υιοθέτησες ως γνώση, πως το συμφέρον τα υποκινεί όλα-και τους ειδικούς και τα ΜΜΕ και την έρευνα- ανίκανος πια να εμπιστευθείς, αγνοώντας και γνωρίζοντας τα πάντα ;


Δεν ξέρω τι άλλο να πω,
δεν μπορώ κάτι να δω. Έχει σκόνη.

Θα περιμένω λίγο να κατακαθίσει,
μήπως μπορέσω και διακρίνω το μονοπάτι..




_

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Το σκυλάκι

Σεργιανούσε στη μικρή μας πόλη μ' ένα ραβδί κι ένα σκυλί. Η κυρα-Διαμάντω με τον αυστηρό της κότσο, κοντόχοντρη κι απότομη , με το ραβδί στο ένα χέρι και το σκυλί στο άλλο.


Μπήκαν όλοι μαζί , ένα απόγευμα εφημερίας και πλησίασαν μεγαλόπρεπα στον πάγκο.
-Γεια, είπε ξερά.
-Καλησπέρα, είπα ήρεμα. Παρακαλώ , θα δέσετε το σκυλάκι έξω στην μπάρα?
-Γιατί? ξεφύσηξε. Απαγορεύεται?
-Λυπάμαι , είναι ο κανονισμός, είπα ευγενικά.
-Το σκυλί μου είναι πιο καθαρό από πολλούς ανθρώπους που μπαίνουν εδώ μέσα, άστραψε η κυρα-Διαμάντω.

-Είμαι σίγουρη, ωστόσο επειδή έρχονται και μικρά παιδάκια, δέστε το λιγάκι έξω, σας παρακαλώ (και θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια με την αλλεργία στο τρίχωμα των σκύλων, που μου προκαλούσε καθε τόσο ''κριθαράκι'' στα μάτια και μεγάλη ταλαιπωρία )
-Ε, αφού μας πετάς έξω, φεύγω και δε θα ξαναπατήσω! Πάμε Φρίξο! και γύρισε θυμωμένη προς την έξοδο, σέρνοντας το καφέ σκυλάκι και χτύπωντας με δύναμη το ραβδί στα πλακάκια.


Ξανάρθε μετά από τρεις εβδομάδες, πάλι σε εφημερία, κουτσαίνοντας, με το ραβδί ανά χείρας αλλά χωρίς σκυλί.
''Καλύτερα, σκέφτηκα, έχει και κόσμο απόψε, να μην έχουμε μελοδράματα πάλι..''

-Καλησπέρα σας, τη χαιρέτησα.
-Μια παυσίπονη ένεση Voltaren να μου κάνεις, είπε απότομα, πετώντας την συνταγή στον πάγκο.
''Ωχ, πονάει, άντε να τη στείλω τώρα Κέντρο Υγείας για την ένεση..''
-Καλά, περάστε πίσω στο εργαστήριο να την κάνουμε .

Προχώρησε κούτσα κούτσα, αφήνοντας αρκετά 'αχ' και 'βαχ'- το πόδι την είχε ταράξει .
Σκέφτηκα να της πιάσω κουβέντα για να την απασχολήσω και να μην την πονέσει η βελόνα.
-Για πείτε μου, τι κάνει το σκυλάκι σας? και χραπ! της κοπανάω κοφτά τη σύριγγα.
-ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧΧΧΧ!!!! μια κραυγή συντάραξε το φαρμακείο και τα φυλλοκάρδια μου και η κυρα-Διαμάντω ξέσπασε σε λυγμούς. Πάγωσα, με έλουσε κρύος ιδρώτας.
Η βοηθός μου έντρομη άνοιξε την πόρτα και με την άκρη του ματιού έπιασα δύο πελάτες θορυβημένους να κοιτάζουν προς τα μέσα.
''Μα τι στο καλό, την πόνεσα τόσο? Μπας και χτύπησα κανα νεύρο, είναι δυνατόν?''
-Τι συμβαίνει κυρα-Διαμάντω μου? ρώτησα με φωνή που αγωνιζόταν να ακουστεί σταθερή .
-ΨΟ-ΦΗ-ΣΕΕΕ!...Γιατί μου το θύμισεες? Μπου-χου-χου... και δος του αναφυλλητά!..

Η βοηθός έκλεισε γρήγορα την πόρτα ξεροβήχοντας , κρύβοντας ένα γελάκι.
-Όλα καλά, την άκουσα να καθησυχάζει τους πελάτες.

Χτύπησα φιλικά στην πλάτη την κυρα-Διαμάντω.
-Ελάτε, ελάτε τώρα, είμαστε έτοιμοι..
''και εσύ πίεσή μου, σκέφτηκα, που έχεις σκαρφαλώσει στο 16, κατέβα στο φυσιολογικό σου 10..''


Μετά από λίγες μέρες, καθώς οδηγούσα, είδα την κυρα-Διαμάντω να περπατά στο πεζοδρόμιο με το ραβδί της, σέρνοντας ξοπίσω της ένα καινούριο , άσπρο κουτάβι.


Χαμογέλασα μακάρια. Ευτυχώς για όλους,  ουδείς αναντικατάστατος!...

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

Η κρίση

Η κρίση.


Ήτανε πια κατάκοπος-βράδυ εφημερίας-
όταν για λίγο κάθησε ο φαρμακοποιός μας
έβγαλε τα γυαλάκια του, πήρε βαθιά ανάσα
και έκλεισε τα μάτια του, γυρεύοντας ν'αδειάσει
από το πλήθος το πολύ, ανθρώπων τε και λόγων..

Ξάφνου τα γύρω σβήστηκαν, έλιωσαν τα συρτάρια,
ο πάγκος εξαχνώθηκε, το φαρμακείο εχάθη
κι έντρομος αντιλήφθηκε πως πήρε ν'ανεβαίνει
κρατώντας τα γυαλάκια του, πάντα με άσπρη μπλούζα.



Σεβάσμιος γέρος φάνηκε μακριά να τον προσμένει:
''Καλώς τον! Σε περίμενα αγαπητό μου τέκνο
να ιδούμε το πως έζησες θέλω εν συντομία 
για να συντάξω εισήγηση για τον Δικαιοκρίτη,
τον Βασιλέα του παντός, τον Κύριο των όλων''

Άναυδος μα και κάθιδρος ο φαρμακοποιός μας:
''Αλήθεια, κιόλας  πέθανα? Μα έχω τόσες έγνοιες
και τόσες εκκρεμότητες με χρήματα κι ανθρώπους,
έχω και οικογένεια , το ενοίκιό μου τρέχει,
χρωστώ σε κάποιους φάρμακα κι άπειροι μου χρωστάνε!.''


''Ας ξεκινήσουμε λοιπόν γιατί πολλά τα βλέπω..
Πες μου, εβαρυγκόμησες ποτέ σ'εφημερία
αν σε ξυπνούσανε στις τρεις για ένα ουροσυλλέκτη,
για μια οδοντόβουρτσα ή για κανα βαμβάκι?
Κι αν ήταν δέκα οι φορές τις νύχτες των Σαββάτων
που σ' έπαιρναν τηλέφωνα ζητώντας άλλα αντ'άλλων?''

''Γέροντα εκρατιόμουνα και δεν έβγαζα λέξη''

''Μάλιστα. Κι αν σου'ρχοντουσαν , πάλι σ΄εφημερία ,
εσύ να΄σαι ετοιμόρροπος κι ο κόσμος ως την πόρτα
τουρίστες να μην ξέρουνε αγγλικά ούτε σταλίτσα,
σχολαστικοί που θεωρούν πως το κουτί έχει αλλάξει,
αγχωτικοί για πίεση ή νηστικοί με ζάλη,
υπερόπτες, που αναιδέστατα σε βλέπουν υπηρέτη,
απατεώνες, που έντεχνα πλαστά θα σου πασσάρουν,
άλλοι που κάτι σου ζητούν για του  μωρού το βήχα,
της θείας τον πονόκοιλο, το αυτί του εξαδέλφου,
πες μου παιδί μου, οργίστηκες κι εξύβρισες κανένα? ''

''Γέροντα, επαγγελματική είχα ευσυνειδησία
και μ'όλους ήμουν ψύχραιμος για να τα βγάλω πέρα.
Και τραύματα καθάρισα και άπειρες ενέσεις
-κι ας μην ανήκουν νομικά εις τα καθήκοντα μας-
κι ανάνηψη εκτέλεσα και δυο γιαγιές που πέσαν
ο ίδιος τις συνόδεψα ως το νοσοκομείο 
το φαρμακείο κλείνοντας ,γιατί άνθρωπο δεν είχαν.''


''Συμβούλευες και άκουγες με υπομονή περίσσεια,
προβλήματα, ερωτήματα που είχαν οι ασθενείς σου?''
''Μα θέματα ιατρικά, προβλήματα υγείας ,
πρώτα σ'εμέ τα λέγανε να τους καθοδηγήσω''


''Τέλος , δάνειζες φάρμακα σε όσους στο ζητούσαν,
έκανες πίστωση συχνά στον κόσμο που δεν είχε?
Μήπως εσύ εχρώσταγες εις τους προμηθευτές σου
λόγω του ότι δεν πλήρωναν τα έρμα τα ταμεία?''

''Γέροντα μου χρωστούσανε, μα εγώ δεν εχρωστούσα''


''Εύγε παιδί μου, άξιος ο κόπος και ο μισθός σου,
 γιατί καιρό εσήκωσες τα βάρη των ανθρώπων ,
φιλάδελφα, διακριτικά, μ'όλες σου τις δυνάμεις!''

......................................................



ΝΤΡΙΙΝ! Χτυπά τηλέφωνο, πετιέται ευθύς επάνω ,
αλλού επήγαν τα γυαλιά, αλλού και η καρέκλα..
Όνειρο ήταν ! Σήκωσε τ'ακουστικό με βιάση :

''Κάτι για ουρολοίμωξη στέλνω το γιο να πάρει''

''Δε γίνεται κυρία μου, καλλιέργεια απαιτείται''

''Καλέ τι λες, τα ξέρω εγώ, τα΄χω ξαναπεράσει''

Βαθύτατα αναστέναξε ο φαρμακοποιός μας
μα κάπως πια πιο ήρεμος , πιο ώριμος συνάμα
κι όμορφα της εξήγησε ώσπου εκείνη επείσθη.

Η ώρα μία. Γαλήνιος εκοίταξε τριγύρω,
τα ράφια που τα νιάτα του είχαν αναρροφήσει,
τον πάγκο που εβούλιαξε απ'τις εκμυστηρεύσεις,
τις συνταγές που μαρτυρούν τους πόνους των ανθρώπων,
το πιεσόμετρο που άκουσε τόσων καρδιών ψιθύρους

κι αβίαστα χαμόγελο φώτισε τη μορφή του,
χαμόγελο επίγνωσης, χαμόγελο αγάπης..




_

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

Η Πασχαλιά.





Ήταν η εβδομάδα των Ρώσων τουριστών.Η ροδοκόκκινη, μεσόκοπη κυρία μπήκε χαιρετώντας στα ρώσικα, χρωματίζοντας για πάντα εκείνο το ζεστό, μαγιάτικο απόγευμα.

Προσήλωσα ταχέως το βλέμμα στην οθόνη του laptop, καταπνίγοντας με επιτυχία ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα..

Πλησίασε αργά, κοιτώντας διερευνητικά τα ράφια των καλλυντικών . Ήμουν μόνη πίσω από τον πάγκο, τα κορίτσια δεν είχαν έλθει ακόμα.
Ρώτησα ευγενικά: ''May I help you?''
Κούνησε βιαστικά το κεφάλι σαν να έλεγε αόριστα ότι προτιμούσε να ψάξει μόνη της. 

Την κοίταξα διακριτικά.


Θαρρείς μια πασχαλιά σεργιανούσε στο φαρμακείο. Κοστούμι λινό , μωβ, όχι λιλά , όχι βιολετί, όχι το σκούρο μελιτζανί που στοιχειώνει τις βιτρίνες και τις μέρες μας, αλλά ένα έντονο μωβ που ,πέντε χρόνια πριν ,ήταν το ίδιο αναπάντεχο με έναν κοστουμαρισμένο διευθύνοντα σύμβουλο με all star παπούτσια.

Τα παπούτσια της μωβ,
το παντελόνι μωβ,
το σακάκι μωβ,
το πουκάμισο λευκό με μωβ και κίτρινα ανθάκια,
η τσάντα μωβ,
το ρολόι μωβ.
Το χρώμα σε συμφωνία και σε αποθέωση..



Αγόρασε μερικά σαπούνια λεβάντας, χαιρέτησε με σπασμένα αγγλικά , γύρισε την πλάτη και προχώρησε προς την έξοδο, προς το λαμπερό φως του μαγιάτικου ήλιου.

Τη θυμάμαι ακόμα καθώς απομακρυνόταν, σαν την ανάσα μιας μεσόκοπης άνοιξης, υπέροχη, ιδιαίτερη, ανεπανάληπτη.


Αποχαιρετώντας την σιωπηλά ,
 άφησα το βλέμμα μου να σταθεί στο πλέον αξιοπρόσεκτο σημείο της παρουσίας της,
σ'αυτό που τόσην ώρα δοκίμαζε την αυτοκυριαρχία μου και που καταφερε τελικά να γεννήσει τώρα
ένα καλοπροαίρετο μειδίαμα:
Στα κοντά,
καλοχτενισμένα ,
βαμμένα μωβ μαλλιά της!..






  

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Οριακές στιγμές

-Έχει wi-fi εδώ..Να συνδεθούμε με το internet?
-..Μπα, καλύτερα να συνδεθώ με τις σκέψεις μου..

Όσο τουλάχιστον πατώ ακόμα σταθερά στη γη, γιατί σε λίγο θα ίπταμαι επάνω αυτής, εν μέσω αιθερίων νεφών, μέσα σε ένα καθόλου αιθέριο αλλά καθ΄όλα βαρύ, πολύ βαρύ αεροπλάνο...


Γραφικές σκέψεις, το παραδέχομαι. Και ενώ πατώντας σταθερά στη γη μεγαλοπιάνεσαι με ιδέες προοδευτικές και σχέδια μεγαλόπνοα, φτερουγίζοντας ατρόμητα πάνω από τα τετριμμένα και καθημερινά , όταν πετάς στ΄αλήθεια... αποζητάς τρομαγμένα τη γείωση.


Είναι εκπληκτικό πώς κάποιες στιγμές στη ζωή επιστρέφεις εσπευσμένα στα βασικά. Τίποτα υλικό δε φαίνεται να έχει σημασία όταν βρίσκεσαι μερικές δεκάδες χιλιόμετρα πάνω από την πραγματικότητα που με κόπο έχεις χτίσει -
καθώς στα δυνατά τραντάγματα η σκέψη καθαίρεται απ΄όλα και εστιάζει με ένταση στο κέντρο της ύπαρξης, στον καθαρά προσωπικό χώρο της αυτοσυνειδησίας, αποζητώντας με αγωνία -στις οριακές στιγμές των αναταράξεων- να συνδεθεί με την αλήθεια των πραγμάτων .


Οι οριακές στιγμές .Όπως οι ανάσες που παίρνεις μετά την εγχείρηση για να συνέλθεις από τη νάρκωση, μόνος με τον εαυτό σου..


Ανυπομονώ τόσο να ξαναπατήσω στη γη πέντε ώρες αργότερα και να καταπιαστώ πάλι με  τις επουσιώδεις και απαραίτητες ασχολίες μου. Επιθυμώ να λήξει γρήγορα αυτή η κρίση, να μειωθεί σύντομα η εντροπία του συστήματος μου , να κατέβω από τις οριακές στιγμές μου στην ουδέτερη ρουτίνα του '' Λυπάμαι  , το εμβόλιο pneumo ειναι σε έλλειψη..''


Ψυχραιμία εαυτέ μου, σε λίγες ώρες θα έχουν λήξει όλα και το εσώτερο τρομαγμένο εγώ σου θα κουκουλωθεί πάλι από τις στοίβες των ανώδυνων ενασχολήσεων.Γραφικές σκέψεις?   Ίσως.


Είναι σχεδόν αστείο, καμιά φορά οι οριακές στιγμές της ζωής διαφέρουν  τόσο για τον κάθε ένα ..


Μα δε φταίω: το έχω δηλώσει ότι φοβάμαι τα αεροπλάνα.

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2009

Ο κύριος Αριστοτέλης






Μπήκε σκυφτός, αργόσυρτα, μ' ένα μπαστούνι ορίζοντας τη θέληση.
Παρουσιαστικό ευγενικό, προσεγμένο -πάντα κοστούμι και γραβάτα-άρχοντας των καιρών του και των δικών μας.Και είναι τόσο νοσταλγικό το καπέλο όταν το κρατούν μαλακά, τρεμάμενα δάχτυλα..


-Καλημέρα κύριε Αριστοτέλη! Καθίστε παρακαλώ, έρχομαι.


Δε θέλω να στέκεται, αγχώνομαι, η αίσθηση της ισορροπίας τον έχει σχεδόν εγκαταλείψει και εκείνος ισορροπεί απλά επειδή πιστεύει πως μπορεί.


Εγχείρηση καταρράκτη. Μάλιστα.
Μετεγχειρητική αγωγή: κολλύρια τρία. Ωραία.
Δοσολογία: Ανά τετράωρο, ανά πεντάωρο και ανά δίωρο αντιστοίχως, με μεσοδιάστημα τετάρτου όταν συμπίπτουν. Υπέροχα.


Σημειώνω τις αντίστοιχες ώρες στα κουτάκια πολύ αναλυτικά με μεγάλα γράμματα. Ο κουρασμένος εγκέφαλος προσπαθεί να ξεδιαλύνει, να συγκρατήσει, να πετάξει πάνω από τα νέφη των ογδόντα τεσσάρων ετών στον καθαρό ουρανό της διαύγειας. Ο εγκέφαλος προσπαθεί. Αλλά ο οφθαλμός ...


Έφερε τα κολλύρια διαδοχικά σε απόσταση 5 εκατοστών από τα μάτια προσπαθώντας να διαβάσει... μα πώς να διαβάσει ο χειρουργημένος οφθαλμός? Και γιατί αρνείται να βοηθήσει την κατάσταση ο "υγιής"? Ανησυχώ..

-Δεν έχετε κάποιον στο σπίτι να σας βοηθήσει , να σας λέει ποιο κολλύριο πρέπει να βάλετε και ποια ώρα?
ματαίως ερωτώντας εγώ, προγνωρίζοντας την απάντηση, αφελώς ελπίζοντας σε μια αναπάντεχη αλλαγή.


-Όχι δυστυχώς, είπε απαλά, παλεύοντας με τα κολλύρια και την μοίρα.
-Πρώτα αυτό, μουρμούρισε, μετά αυτό .. μετά .. εκείνο -όχι αυτό πάλι ..
και το κουτάκι με το κολλύριο ξέφυγε απ' τα τρεμάμενα δάχτυλα και βούτηξε στο κενό απελπισμένο.



-Όχι κύριε Αριστοτέλη, αφού σας τα γράφω αναλυτικά.. Ας βάλουμε εδώ την πρώτη δόση, είπα αποφασιστικά, δίνοντας την δική μου μάχη κατά του πεπρωμένου. Κάθισε υπάκουα, ένα μικρό ογδοντάχρονο παιδί. Άψογα.




-Εντάξει κύριε Αριστοτέλη μου, βάλαμε το πρώτο. Τώρα που θα πάτε σπίτι θα βάλετε από το μπλε κουτάκι που γράφει Νο 2 και μετά από ένα τέταρτο αυτό με τις πράσινες γραμμούλες που γράφει Νο3.


-Α ναι! είπε πιάνοντας αυτό με τις πράσινες γραμμούλες. Αυτό όμως το βάλαμε τώρα… ή δεν το βάλαμε?.. όχι το βάλαμε! τι γράφει? .. χμ .. ναι, ναι το βάλαμε.

Απόγνωση .Νιώθεις ανήμπορος τέτοιες στιγμές.
Σκέφτηκα την υιοθεσία.
-Θυμίστε μου, μένετε μακριά ? ρώτησα αθώα (είμαστε τέσσερις στο φαρμακείο, θα πηγαίνει κάποια από εμάς να του βάζει τα κολλύρια.Θέλω λύση)


Διάβασε τον τόνο της φωνής μου και έπιασε στον αέρα την αόριστη πρόταση.


-Όχι, όχι δεν θέλω να σας βάλω σε κόπο, αλίμονο!

- Μα.. νομίζω ότι θα χρειαστείτε βοήθεια!

Συλλογίστηκε για μια στιγμή.


-Μήπως.. θα μπορούσα, αν δεν σας ενοχλώ, να έρχομαι εδώ να μου τα βάζετε?

-Ανα δίωρο? να κάνετε τόσες βόλτες πέρα δώθε??

-Δεν έχω πρόβλημα σε αυτό.

Τι να πω?

-Σύμφωνοι!



Και ήρθε ξανά και ξανά εκείνη την ημέρα, όπως και την επόμενη ο ηλικιωμένος καθηγητής , εύθραυστος αλλά αξιοπρεπής– μετέπειτα κάποιος γείτονας προθυμοποιήθηκε να τον βοηθήσει.




Η θεραπεία πήγε καλά. Ήταν μια έντιμη νίκη. Χαίρομαι όποτε τον βλέπω να έρχεται, σέρνοντας -έστω- τα αργά βήματα της θέλησης.

Ο αξιαγάπητος μου και μοναχικός κύριος Αριστοτέλης..

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

'Ανθρωποι και μικρόβια..

Εγγύς ο καιρός της τελικής αναμέτρησης, της στιγμής που-κατά τα λεγόμενα- το ρολόι της ανθρωπότητας θα σημάνει αμείλικτα , αδυσώπητα όπως το ψυχρό καμπανάκι του ρινγκ την εναρξη του αγώνα: 'Ανθρωποι κατά μικροβίων.

Άνιση η μάχη? Εμείς οπλισμένοι με μυριάδες  εμβολίων, αντιικών, αντισηπτικών και μασκών,
ιατρών και ιατρικών ανταποκριτών κλπ.
 Και οι ιοί. Οπλισμένοι με τη δύναμη της μετάλλαξης,της αέναης αλλαγής, κουβαλώντας το βαρύ βιογραφικο των πανδημιών και των εκατοντάδων θανάτων. Οπλισμένοι με τους φόβους μας.
Άνιση η μάχη? Εμείς απέναντι στο φοβο της δικής μας μοιραίας κατάληξης.Έχω την αίσθηση πως, είτε νοσήσουμε τελικά είτε όχι, νικημένοι θα είμαστε..

Η πυραμίδα των αναγκών μας κατακρημνίστηκε , πετώντας μας στο αρχέγονο σκαλοπάτι της αυτοσυντήρησης εκεί που
ο διπλανός είναι ο αντίπαλος, ο κρυφός φορέας του ιού, ο εν δυνάμει και εν αγνοία δήμιός μου και -επί του παρόντος- ο σφετεριστής του εμβολίου μου. Ανηλεής η μεταξύ ημών διαμάχη αφού οι συνθήκες συνοψίζονται σε :

100 άτομα στη λίστα
2 εμβόλια πνευμονίας στο ψυγείο
4 ανήξερες φαρμακαποθήκες και
1 φαρμακοποιό στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, ένοχο για όλα..
Ενδιαφέρουσα φάση.

-Γιατί πήρε ο αλλος το τελευταίο εμβόλιο πνευμονίας και όχι εγώ?
-Γιατί είχε περισσότερους παράγοντες κινδύνου(και σκέφτεσαι: αιμοκάθαρση, διαβήτη, προχωρημένη ηλικία..)
-Ναι αλλά εγώ έχω πρόβλημα με το αναπνευστικό μου!
-Ίσως επειδή καπνίζετε..

Ενδιαφέρουσα φάση.
Εισερχόμαστε σε αυτήν οπλισμένοι και παροπλισμένοι ταυτόχρονα.Το ηθικό και η ανθρωπιά μας έχουν προκαταβολικά ηττηθεί.

 Και ας μην νοσήσουμε τελικά..

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009

Εναρκτήριο σάλπισμα

Είν' ωραίες - όχι μοιραίες -
οι προκλήσεις στη ζωή ...
Με αντισηπτικό στο χέρι
προχωράμε όλοι μαζί !

Το Νέο μας blogspot

Ένα νέο φαρμακευτικό blogspot είναι πλέον γεγονός!
(Ευελπιστούμε ανανεωτικό για εσάς, αποτοξινωτικό για εμάς!..)

Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη,
Ελένη και συνεργάτες